Σελίδες

16 Ιουλ 2011

«Παλαιόν ην δόγμα, μηδένα θέον υπό βασιλέως καθιερούσθαι, πριν υπό της συγκλήτου δοκιμασθήναι»


«Παλαιόν ην δόγμα, μηδένα θέον υπό βασιλέως καθιερούσθαι, 
πριν υπό της συγκλήτου δοκιμασθήναι»
   Βασικό γνώρισμα του αρχαίου Ειδωλολατρικού κόσμου ήταν η ειδωλοποίηση -θεοποίηση  φυσικών περιοχών αισθητών πραγμάτων και προσώπων. Αυτό σύμφωνα με τον Ευσέβιο Καισαρείας αποτελούσε «Παλαιόν δόγμα».

Η αποθέωση των αυτοκρατόρων ήταν συνηθισμένο δόγμα για τον ειδωλολατρικό κόσμο αφού η ίδια η Σύγκλητος είχε την εξουσία και την αρμοδιότητα να ανακηρύττει Θεούς σημαίνοντα πρόσωπα  της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.Ένα από τα κριτήρια για τη θεοποίηση ενός προσώπου ήταν ο εντοπισμός σ’αυτό εκείνων των δυνάμεων που εξασφαλίζουν την ευδαιμονία το νόημα της ζωής και την αθανασία. Αυτή η ειδωλολατρική προσκόλληση εκ μέρους των εθνικών να θεοποιούν επιφανείς ανθρώπους ήταν αρκετά διαδεδομένη κατά τους πρώτους χρόνους εμφάνισης του Χριστιανισμού σύμφωνα με τα όσα εξιστορεί ο Ευσέβιος Καισαρείας.

«Παλαιού νόμου κεκρατηκότος, μη άλλως τινά παρά Ρωμαίοις θεοποιείσθαι, μη ουχί ψήφω και δόγματι συγκλήτου». Ευσεβίου, Εκκλησιαστική Ιστορία, PG 20,140B- 141AB.

Ο Ιστορικός Σωκράτης ξέρει καλά της Ελληνικές αντιλήψεις, ιδιαίτερα αυτή την τάση που άλλοτε αποβλέπει στην αποθέωση του αισθητού και άλλοτε, όπως στους γνωστικούς διαρχικούς κύκλους στην αποθέωση του πνεύματος και την απόρριψη του σώματος.Έτσι αποφαίνεται αποφθεγματικά πως εύκολα το έχουν οι  Ειδωλολάτρες να αποθεώνουν ανθρώπους.


«Ότι δε ίδιον Ελλήνων το ευχερώς ανθρώπους αποθεούν». 
Σωκράτους, Εκκλησιαστική Ιστορία, PG 67,448A.


Tα περί της θεοποίησης Αυτοκρατόρων εκ μέρους της Συγκλήτου δεν είναι μόνον λόγια εμπαθών Χριστιανών αλλά επαληθέυονται και απο τον Πλούταρχο, ο oποίος ήταν πρεσβύτερος των ιερέων του Απόλλωνα στο Μαντείο των Δελφών. Αυτός μας δίνει τη μαρτυρία για τη θεοποίηση του Καίσαρα. Ο πρώτος Ρωμαίος που αποθεώθηκε επισήμως μετά το θάνατό του απο τη Σύγκλητο στη Ρώμη, ήταν ο Ιούλιος Καίσαρ, ο οποίος έλαβε το επίθετο Divus julius το 42 π.Χ.


«η δε σύγκλητος αμνηστίας τινάς και συμβάσεις πράττουσα πάσι, Καίσαρα μεν ως θεόν τιμάν εψηφίσατο και κινείν μηδέ το μικρότατον ων εκείνος άρχων εβούλευσε, τοις δε περί Βρούτον επαρχίας τε διένειμε και τιμάς απέδωκε πρεπούσας, ώστε πάντας οίεσθαι τα πράγματα κατάστασιν έχειν και σύγκρασιν απειληφέναι την αρίστην». Πλούταρχος, Καίσαρ,67.


Η διδασκαλία του Ιησού αλλά και η Ανάστασή του, ως πραγματικό γεγονός που πιστοποιούσε την Αθανασία, είχε ως άμεση συνέπεια να τεθεί ο ίδιος ο Ιησούς υποψήφιος προς θεοποίηση από τη Σύγκλητο.Η Ρωμαϊκή Σύγκλητος μάλιστα είχε την εξουσία και την αρμοδιότητα να ανακηρρύτει πρόσωπα σε Θεούς.«Εάν μη ανθρώπω θεός αρέσει, θεός ου γίνεται». Ευσεβίου, Εκκλησιαστική Ιστορία, PG 20,141Α.

Αυτό ακριβώς το γεγονός της αναστάσεως αλλά και η διδασκαλία του Ιησού δεν άφησαν ασυγκίνητο τον Πιλάτο.Ο Πιλάτος είχε ενημερώσει τον Τιβέριο για το Χριστό και τη διδασκαλία του και ο Τιβέριος με τη σειρά του είχε φέρει το θέμα της θεοποιήσεως του Χριστού στη Σύγκλητο!

«…τα περί της εκ νεκρών αναστάσεως του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού εις πάντας ήδη καθ’όλης της Παλαιστίνης βεβοημένα, Πιλάτος Τιβερίω βασιλεί κοινούται, ως τας τε άλλας αυτού πυθόμενος τερατείας, και ως ότι μετά θάνατον εκ νεκρών αναστάς, ήδη Θεός είναι παρά τοις πολλοίς επεπίστευτο». Ευσεβίου, Εκκλησιαστική Ιστορία, PG 20,140BC.

Παρόμοια ήταν η αντίληψη των Εθνικών για τους Χριστιανούς. Οι Εθνικοί πίστευαν εσφαλμένα πως οι Χριστιανοί μάζευαν τα σώματα των μαρτύρων της πίστεώς τους με σκοπό να λατρεύσουν τους ίδιους τους Μάρτυρες ως Θεούς ,όπως κατ’ανάλογο τρόπο λάτρευαν οι εθνικοί τον Αυτοκράτορα. Έτσι το επόμενο βήμα των Εθνικών ήταν να στερήσουν τη δυνατότητα των Χριστιανών να συλλέξουν τα σώματα των Μαρτύρων ακριβώς για να εμποδίσουν την  απονομή «λατρείας» εκ μέρους των Χριστιανών στον μαρτυρήσαντα.

Σκοπός των Εθνικών ήταν να πτοήσουν και να εκμηδενίσουν τους Χριστιανούς όχι μόνο με τα μαρτύρια αλλά και με τέτοιες πράξεις που θα αποδυνάμωναν το περιεχόμενο της Χριστιανικής πίστης. Γι’αυτό λεηλατούσαν τους χριστιανικούς τάφους και έριχναν τα σκηνώματα των Μαρτύρων στη θάλασσα ώστε να μην τους έχουν οι Χριστιανοί  ενώπιόν τους (τους Μάρτυρες) και να τους προσκυνούν ως Θεούς.

«Αύθις εξ’υπαρχής ανορύξαντες εναπορρίψαι θαλάσση ως αν μη εν μνήμασιν αποκειμένους προσκυνοίεν τινές, θεούς αυτούς, ως γε ώοντο λογιζόμενοι».Ευσεβίου, Εκκλησιαστική Ιστορία, PG 20, 733B.

Το ίδιο ακριβώς ήθελαν να κάνουν και με τα μαρτύρια της πυράς. Η καύση του μάρτυρα δεν γινόταν τυχαία αλλά είχε πολλές φορές το σκοπό της.Οι Εθνικοί ήξεραν πως οι Χριστιανοί περιμένουν να αναστηθούν με το σώμα που είχαν στην επίγεια ζωή τους. Έτσι λοιπόν, πίστευαν πως εξαφανίζοντας με την καύση τον ίδιο τον μάρτυρα αλλά και το σώμα του θα νέκρωναν με αυτόν τον τρόπο την ελπίδα των Χριστιανών και θα στερούσαν στον μαρτυρήσαντα την ανάσταση εξαιτίας της ολικής καταστροφής του σώματός του. Έτσι η παλιγγενεσία των Χριστιανών θα καταντούσε ένα ανέφικτο πράγμα.

Η καύση των νεκρών και κατά συνέπεια η στέρηση της αναστάσεως του Μάρτυρα σύμφωνα με το σκεπτικό των Εθνικών θα αποτελούσε μια κραυγαλέα διαψεύση της υποσχέσεως του Θεού.

«Και ταυτ’ έπραττον, ως δυνάμενοι νικήσαι τον Θεόν, και αφελέσθαι αυτών την παλιγγενεσίαν · ίνα, ως έλεγον εκείνοι, μηδέ ελπίδα σχώσιν αναστάσεως, εφ’ η πεποιθότες, ξένην τινά και καινήν ημίν εισάγουσι θρησκείαν, και καταφρονούσι των δεινών έτοιμοι και μετά χαράς ήκοντες επί τον θάνατον · νυν ίδωμεν ει αναστήσονται, και ει δύναται βοηθήσαι αυτοίς ο Θεός αυτών, και εξελέσθαι εκ των χειρών ημίν». Ευσεβίου, Εκκλησιαστική Ιστορία, PG 20,433BC.

Πίστευαν πως με τον τρόπο αυτό δηλαδή με την καύση των σωμάτων ότι θα μπορούσαν να νικήσουν τον Θεό και να τον περιορίσουν ώστε να μην μπορέσει να αναστήσει τους Μάρτυρες με τα σώματα που είχαν στην παρούσα ζωή.



2 σχόλια:

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.